Νέα δημοσκόπηση, δείχνει ότι η πλειοψηφία των ουκρανών πιστεύουν πως καμία χώρα δεν έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει στην λήψη αποφάσεων που αφορούν το μέλλον της χώρας τους.
Από την έρευνα που πραγματοποίησε το «Ινστιτούτο Γκάλοπ» τον Απρίλιο, σε δείγμα 1.400 ουκρανών περιμετρικά της χερσονήσου της Κριμαίας, προκύπτει ότι το 78% των κατοίκων της περιοχής αντιδρούν σε οποιαδήποτε εξωτερική παρέμβαση.
Η έρευνα του «Ινστιτούτου Γκάλοπ» πραγματοποιήθηκε μετά από αίτημα του Συμβουλίου Ραδιοτηλεοπτικών Εκπομπών (Broadcasting Board of Governors), στο οποίο υπάγεται και η Φωνή της Αμερικής.
Η έρευνα εντόπισε τεράστιες διαφορές στις απόψεις των ουκρανών, ανάλογα με την γεωγραφική περιοχή που κατοικούσαν και την εθνική τους καταγωγή.
Στην δυτική Ουκρανία οι πολίτες υποστήριζαν την ενίσχυση των σχέσεων της χώρας τους με την ΕΕ και τις ΗΠΑ, ενώ το αποτέλεσμα ήταν εντελώς αντίθετο στην ανατολική Ουκρανία, όπου δυνάμεις των αυτονομιστών έχουν εμπλακεί σε φονικές συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας.
Το 84% των ουκρανών στις δυτικές περιοχές της χώρας επιθυμεί ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, στα ανατολικά όμως το ποσοστό αυτό αγγίζει μόλις το 19%. Περισσότερο υποστηρικτικοί στην ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ είναι όσοι θεωρούν ότι έχουν ουκρανική καταγωγή, ενώ αντίθετα ένας στους πέντε, από όσους έχουν ρωσική καταγωγή, επιθυμεί την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση της χώρας.
Η πλειοψηφία των ουκρανών σε ολόκληρη τη χώρα τάσσεται ενάντια στο ενδεχόμενο ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Το «Ινστιτούτο Γκάλοπ» κατέγραψε τις απόψεις και 500 κατοίκων της Κριμαίας. Από αυτούς το 78% δήλωσε ότι η ένταξη της χερσονήσου στη Ρωσική Ομοσπονδία «θα κάνει καλύτερη» την καθημερινότητα τους.
Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών, μεταξύ των οποίων και ουκρανοί, δήλωσε ότι το δημοψήφισμα που πραγματοποιήθηκε στις 16 Μαρτίου αντανακλά απόλυτα τις απόψεις των κατοίκων της περιοχής.
Αντίθετα, ένα ποσοστό της τάξεως του 48% των ουκρανών που ζουν στην Ουκρανία, πιστεύουν ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν ήταν αντιπροσωπευτικό.
Τέλος, οι κάτοικοι της Κριμαίας πιστεύουν σε μεγάλο βαθμό ότι η Ρωσία έπαιξε θετικό ρόλο την περίοδο της κρίσης, ενώ κάθετα αντίθετοι ήταν όσον αφορά τον ρόλο των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Από την έρευνα που πραγματοποίησε το «Ινστιτούτο Γκάλοπ» τον Απρίλιο, σε δείγμα 1.400 ουκρανών περιμετρικά της χερσονήσου της Κριμαίας, προκύπτει ότι το 78% των κατοίκων της περιοχής αντιδρούν σε οποιαδήποτε εξωτερική παρέμβαση.
Η έρευνα του «Ινστιτούτου Γκάλοπ» πραγματοποιήθηκε μετά από αίτημα του Συμβουλίου Ραδιοτηλεοπτικών Εκπομπών (Broadcasting Board of Governors), στο οποίο υπάγεται και η Φωνή της Αμερικής.
Η έρευνα εντόπισε τεράστιες διαφορές στις απόψεις των ουκρανών, ανάλογα με την γεωγραφική περιοχή που κατοικούσαν και την εθνική τους καταγωγή.
Στην δυτική Ουκρανία οι πολίτες υποστήριζαν την ενίσχυση των σχέσεων της χώρας τους με την ΕΕ και τις ΗΠΑ, ενώ το αποτέλεσμα ήταν εντελώς αντίθετο στην ανατολική Ουκρανία, όπου δυνάμεις των αυτονομιστών έχουν εμπλακεί σε φονικές συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας.
Το 84% των ουκρανών στις δυτικές περιοχές της χώρας επιθυμεί ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, στα ανατολικά όμως το ποσοστό αυτό αγγίζει μόλις το 19%. Περισσότερο υποστηρικτικοί στην ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ είναι όσοι θεωρούν ότι έχουν ουκρανική καταγωγή, ενώ αντίθετα ένας στους πέντε, από όσους έχουν ρωσική καταγωγή, επιθυμεί την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση της χώρας.
Η πλειοψηφία των ουκρανών σε ολόκληρη τη χώρα τάσσεται ενάντια στο ενδεχόμενο ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Το «Ινστιτούτο Γκάλοπ» κατέγραψε τις απόψεις και 500 κατοίκων της Κριμαίας. Από αυτούς το 78% δήλωσε ότι η ένταξη της χερσονήσου στη Ρωσική Ομοσπονδία «θα κάνει καλύτερη» την καθημερινότητα τους.
Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών, μεταξύ των οποίων και ουκρανοί, δήλωσε ότι το δημοψήφισμα που πραγματοποιήθηκε στις 16 Μαρτίου αντανακλά απόλυτα τις απόψεις των κατοίκων της περιοχής.
Αντίθετα, ένα ποσοστό της τάξεως του 48% των ουκρανών που ζουν στην Ουκρανία, πιστεύουν ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν ήταν αντιπροσωπευτικό.
Τέλος, οι κάτοικοι της Κριμαίας πιστεύουν σε μεγάλο βαθμό ότι η Ρωσία έπαιξε θετικό ρόλο την περίοδο της κρίσης, ενώ κάθετα αντίθετοι ήταν όσον αφορά τον ρόλο των ΗΠΑ και της ΕΕ.