Μπορεί να έχουν περάσει 70 χρόνια από την απόβαση στην Νορμανδίας, αλλά ο ενενήνταπεντάχρονος ομογενής σμήναρχος της Αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας Στηβ Πισάνος, που έγινε γνωστός στις Η.Π.Α ως ο «Ιπτάμενος Έλληνας» τη θυμάται σαν να ήταν χθες.
Το αεροπλάνο του Στηβ Πισάνου κατέρρευσε στην Γαλλία από μηχανική βλάβη. Όταν έγινε η απόβαση βρισκόταν στο Παρίσι όπου συμμετείχε στην Γαλλική αντίσταση. Στην συνέντευξη που ακολουθεί, ο Στηβ αφηγείται πως βίωσε στο Παρίσι τα γεγονότα που ακολούθησαν την είδηση για την έλευση των συμμαχικών δυνάμεων στην Γαλλία.
Η ιστορία του Στηβ ξεκινάει πολύ πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ήταν ακόμα ένας νεαρός μαθητής στο δημοτικό σχολείο του Κολωνού στην Αθήνα.
Πηγαίνοντας λοιπόν ένα πρωί στο σχολείο άκουσε πίσω του έναν εκκωφαντικό θόρυβο που τον έκανε να φοβηθεί. Γύρισε να κοιτάξει, και αυτό που είδε του άλλαξε την ζωή για πάντα.
Ένα αεροπλάνο της Ελληνικής πολεμικής αεροπορίας ενώ πραγματοποιούσε χαμηλή πτήση πάνω από τα σπίτια έκανε έναν ελιγμό στον λόφο του Κολωνού και χάθηκε στον ορίζοντα. Ο Στηβ όμως πρόλαβε να δει καθαρά την σιλουέτα του πιλότου, ο οποίος όπως θυμάται τον χαιρέτησε κουνώντας το χέρι του.
Αυτό ήταν. Όπως λέει ο ίδιος από εκείνο το πρωί ερωτεύτηκε τα αεροπλάνα και ορκίστηκε στον εαυτό του ότι μια μέρα θα γίνει «πιλότος και τίποτα άλλο, ότι και αν αυτό σημαίνει».
Ήταν μια υπόσχεση ζωής την όποια όπως έδειξε η μετέπειτα πορεία του επρόκειτο να κρατήσει. Μπορεί το υψηλό οικονομικό κόστος για τις εξετάσεις και οι χαμηλοί σχολική βαθμολογία να μην του επέτρεπαν να εισέλθει στην Σχόλη των Ικάρων, αλλά δεν τον εμπόδισαν να κυνηγήσει το όνειρο του σε μια άλλη χώρα που θα του έδινε τα φτερά που ήθελε για να πετάξει.
Μεγάλωσε με αμερικανικές ταινίες του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και είχε έναν Ελληνοαμερικανό φίλο, ο οποίος του είπε πως στις Η.Π.Α δεν χρειάζεται να ξοδέψει μια περιούσια για να αποκτήσει μια άδεια πιλότου πολιτικής αεροπορίας, ο Στηβ πήρε την μεγάλη απόφαση για το ταξίδι στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Ήταν δεν ήταν 18 χρονών και δεν είχε ακόμα τελειώσει την Τρίτη Λυκείου.
Μπορεί να μην γνώριζε λέξη στα Αγγλικά, να μην είχε χρήματα ούτε τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα, άλλα κατάφερε να βρει την λύση στο πρόβλημα του. Ένα πρωί αντί να πάει στο σχόλιο πήρε τον δρόμο για τον Πειραιά, οπού και έβγαλε φυλλάδιο ναυτικού. Δεν μπορεί σκέφτηκε, «η Αμερική είναι μεγάλη χώρα. Κάποια στιγμή το πλοίο θα με βγάλει σε ένα λιμάνι της».
Η ζωή του ναυτικού αποδείχτηκε βαριά για τον νεαρό Στηβ. Στις ατελείωτες βάρδιες που δούλευε καθημερινά φτυάριζε κάρβουνο επαναλαμβάνοντας ακατάπαυστα τις μόνες δύο λέξεις που χρειαζόταν να ξέρει. «Τicket for New York,» ή αλλιώς «Εισιτήριο για την Νέα Υόρκη.»
Τα λόγια είναι δύσκολο να περιγράψουν το αίσθημα χαράς που ένιωσε, όταν ένα βράδυ, ύστερα από οκτώ μήνες ταξιδιού, αντίκρισε για πρώτη φορά τα φώτα του λιμανιού της Βαλτιμόρης. «Το κοίταξα και είπα, Σπύρο αυτό είναι το καινούργιο σου σπίτι.»
Η συνέχεια της ιστορίας του «Ιπτάμενου Έλληνα» θα δημοσιευτεί την επόμενη εβδομάδα μαζί με οπτικό, ακουστικό και φωτογραφικό υλικό από τη ζωή του.
Το αεροπλάνο του Στηβ Πισάνου κατέρρευσε στην Γαλλία από μηχανική βλάβη. Όταν έγινε η απόβαση βρισκόταν στο Παρίσι όπου συμμετείχε στην Γαλλική αντίσταση. Στην συνέντευξη που ακολουθεί, ο Στηβ αφηγείται πως βίωσε στο Παρίσι τα γεγονότα που ακολούθησαν την είδηση για την έλευση των συμμαχικών δυνάμεων στην Γαλλία.
Η ιστορία του Στηβ ξεκινάει πολύ πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ήταν ακόμα ένας νεαρός μαθητής στο δημοτικό σχολείο του Κολωνού στην Αθήνα.
Πηγαίνοντας λοιπόν ένα πρωί στο σχολείο άκουσε πίσω του έναν εκκωφαντικό θόρυβο που τον έκανε να φοβηθεί. Γύρισε να κοιτάξει, και αυτό που είδε του άλλαξε την ζωή για πάντα.
Ένα αεροπλάνο της Ελληνικής πολεμικής αεροπορίας ενώ πραγματοποιούσε χαμηλή πτήση πάνω από τα σπίτια έκανε έναν ελιγμό στον λόφο του Κολωνού και χάθηκε στον ορίζοντα. Ο Στηβ όμως πρόλαβε να δει καθαρά την σιλουέτα του πιλότου, ο οποίος όπως θυμάται τον χαιρέτησε κουνώντας το χέρι του.
Αυτό ήταν. Όπως λέει ο ίδιος από εκείνο το πρωί ερωτεύτηκε τα αεροπλάνα και ορκίστηκε στον εαυτό του ότι μια μέρα θα γίνει «πιλότος και τίποτα άλλο, ότι και αν αυτό σημαίνει».
Ήταν μια υπόσχεση ζωής την όποια όπως έδειξε η μετέπειτα πορεία του επρόκειτο να κρατήσει. Μπορεί το υψηλό οικονομικό κόστος για τις εξετάσεις και οι χαμηλοί σχολική βαθμολογία να μην του επέτρεπαν να εισέλθει στην Σχόλη των Ικάρων, αλλά δεν τον εμπόδισαν να κυνηγήσει το όνειρο του σε μια άλλη χώρα που θα του έδινε τα φτερά που ήθελε για να πετάξει.
Μεγάλωσε με αμερικανικές ταινίες του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και είχε έναν Ελληνοαμερικανό φίλο, ο οποίος του είπε πως στις Η.Π.Α δεν χρειάζεται να ξοδέψει μια περιούσια για να αποκτήσει μια άδεια πιλότου πολιτικής αεροπορίας, ο Στηβ πήρε την μεγάλη απόφαση για το ταξίδι στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Ήταν δεν ήταν 18 χρονών και δεν είχε ακόμα τελειώσει την Τρίτη Λυκείου.
Μπορεί να μην γνώριζε λέξη στα Αγγλικά, να μην είχε χρήματα ούτε τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα, άλλα κατάφερε να βρει την λύση στο πρόβλημα του. Ένα πρωί αντί να πάει στο σχόλιο πήρε τον δρόμο για τον Πειραιά, οπού και έβγαλε φυλλάδιο ναυτικού. Δεν μπορεί σκέφτηκε, «η Αμερική είναι μεγάλη χώρα. Κάποια στιγμή το πλοίο θα με βγάλει σε ένα λιμάνι της».
Η ζωή του ναυτικού αποδείχτηκε βαριά για τον νεαρό Στηβ. Στις ατελείωτες βάρδιες που δούλευε καθημερινά φτυάριζε κάρβουνο επαναλαμβάνοντας ακατάπαυστα τις μόνες δύο λέξεις που χρειαζόταν να ξέρει. «Τicket for New York,» ή αλλιώς «Εισιτήριο για την Νέα Υόρκη.»
Τα λόγια είναι δύσκολο να περιγράψουν το αίσθημα χαράς που ένιωσε, όταν ένα βράδυ, ύστερα από οκτώ μήνες ταξιδιού, αντίκρισε για πρώτη φορά τα φώτα του λιμανιού της Βαλτιμόρης. «Το κοίταξα και είπα, Σπύρο αυτό είναι το καινούργιο σου σπίτι.»
Η συνέχεια της ιστορίας του «Ιπτάμενου Έλληνα» θα δημοσιευτεί την επόμενη εβδομάδα μαζί με οπτικό, ακουστικό και φωτογραφικό υλικό από τη ζωή του.