Αμερικανοί νομοθέτες χαρακτηρίζουν «συνετή και αρμόζουσα» την αύξηση του βαθμού συναγερμού στις ΗΠΑ, αφού υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν πως η Αλ Κάϊντα σχεδιάζει νέες επιθέσεις. Η κυβέρνηση Μπους προειδοποίησε για πιθανές βομβιστικές επιθέσεις εναντίον οικονομικών οργανισμών στη Νέα Υόρκη, την Ουάσινγκτων και το Νιούαρκ, στην πολιτεία της Νέας Υερσέης. Ο ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μιτς ΜακΚόνελ από το Κεντάκυ, λέει πως δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι οι τρομοκράτες εξακολουθούν να στοχεύουν αμερικανικές πόλεις, όπως τη Ουάσινγκτων και τη Νέα Υόρκη. Σε εμφάνισή του σε εκπομπή του CNN, ο κ. ΜακΚόνελ, που είναι μέλος της υποεπιτροπής Πιστώσεων της Γερουσίας είπε : «Γνωρίζουμε πως οι τρομοκράτες θέλουν να μας κτυπήσουν ξανά. Και φυσικά γι αυτούς η Ουάσινγκτων και η Νέα Υόρκη αποτελούν δύο από τους καλύτερους στόχους. Πολύ θα ήθελαν να κτυπήσουν ξανά τις ΗΠΑ, κυρίως πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου.»
Της ίδιας γνώμης είναι και ο δημοκρατικός γερουσιαστής Τζο Λήμπερμαν, από το Κοννέτικατ. Σε εμφάνισή του στην ίδια εκπομπή του CNN, ο κ. Λήμπερμαν είπε πως οι Αμερικανοί δεν πρέπει να έχουν ψευδαισθήσεις, πιστεύοντας πως είναι ασφαλείς μόνο και μόνο γιατί από τις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 δεν έχουν γίνει άλλες επιθέσεις. Κατά την έκφρασή του: «Η προειδοποίηση μας υπενθυμίζει ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο. Δόξα τω Θεώ, από τις 11 Σεπτεμβρίου του 2001, δεν έχουμε δεχτεί επίθεση. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε πως η Αλ Κάϊντα είχε κτυπήσει το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου το 1993 χρησιμοποιώντας παγιδευμένο φορτηγό και το κτύπησε ξανά, οκτώ χρόνια αργότερα, χρησιμοποιώντας αυτή τη φορά αεροπλάνο. Συνεπώς, πρέπει να προσέχουμε.»
Όμως, τη γνώμη των κ.κ. ΜακΚόνελ και Λήμπερμαν δεν τη συμμερίζονται όλοι. Υπάρχουν κι αυτοί που πιστεύουν ότι δεν πρέπει να βασίζεται κανείς στα όσα λέει η κυβέρνηση Μπους. Η αύξηση του βαθμού συναγερμού γίνεται λίγες μέρες μετά από την ολοκλήρωση του εθνικού συνεδρίου του Δημοκρατικού κόμματος στη Βοστώνη, τέσσερεις εβδομάδες πριν από το εθνικό συνέδριο των Ρεπουμπλικανών στη Νέα Υόρκη και τρεις μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές. Ο πρώην κυβερνήτης του Βερμόντ Χάουαρντ Ντην, που ήταν αντίπαλος του γερουσιαστή Τζον Κέρυ στη διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος των Δημοκρατικών, παρατηρεί πως η εθνική ασφάλεια αποτελεί ένα από τα κύρια θέματα της προεκλογικής εκστρατείας φέτος. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει κανείς να έχει κατά νουν όταν ακούει τις προειδοποιήσεις της κυβέρνησης Μπους. «Ο πρόεδρος Μπους προσπαθεί να πείσει τον κόσμο ότι πρέπει να τον επανεκλέξει, γιατί είναι ο μόνος που μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον κίνδυνο της τρομοκρατίας. Τώρα, θα με ρωτήσετε εάν πιστεύω πως η νέα αυτή προειδοποίηση είναι τεχνητή. Όχι, δεν πιστεύω κάτι τέτοιο. Όμως νομίζω πως υπάρχει και λίγο πολιτικό παιγνίδι στη μέση. Το θέμα είναι πόσο είναι το πολιτικό παιγνίδι και πόσος ο πραγματικός κίνδυνος.»
Στο σχόλιο αυτό του κ. Ντην αντέδρασε αμέσως ο επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του προέδρου Μπους, Μαρκ Ράσκο, ο οποίος είπε πως η καταγγελία ότι η κυβέρνηση αφήνει την πολιτική να υπεισέλθει σε αποφάσεις που αφορούν την ασφάλεια της χώρας είναι και αβάσιμη και επιζήμια. Κατά την έκφρασή του: «Νομίζω πως είναι απερίσκεπτο το να προβαίνει κανείς σε τέτοιες καταγγελίες. Κανένας δε θα έκανε κάτι τέτοιο για πολιτικές σκοπιμότητες. Πιστεύω πως το μόνο που καταφέρνουν οι υπαινιγμοί αυτού του είδους, είναι να διαβρώνεται η εμπιστοσύνη του αμερικανικού λαού.» Ο κ. Ράσκο πρόσθεσε πως οι αρμόδιοι κάνουν κάθε τι ανθρωπίνως δυνατό, για την κατοχύρωση της ασφάλειας όλων των Αμερικανών.