Ο Στρατιωτικός ηγέτης της Λιβύης Μοαμάρ Γκαντάφι υπόσχεται να εγκαταλείψει το πρόγραμμά του όπλων μαζικής καταστροφής σε μια προσπάθεια να τερματίσει την συνεχιζόμενη από δύο δεκαετίες απομόνωσή του από την διεθνή κοινότητα. Η υπόσχεση εξασφαλίστηκε ύστερα από πολύμηνες μυστικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και την Τρίπολη -- διαπραγματεύσεις που, όπως μεταδίδεται, ξεκίνησαν στο περιθώριο των συνομιλιών για το θέμα της καταβολής αποζημιώσεων από μέρους της Λιβύης προς τις οικογένειες των θυμάτων της πτήσης 103 του τραγικού αεροπλάνου της PAN AM, που πριν 15 χρόνια εξερράγη στον αέρα καθώς πετούσε πάνω από το Λόκερμπι της Σκοτίας. Την εξέλιξη σχολιάζουν την εβδομάδα αυτή οι αρθρογράφοι των κυριοτέρων αμερικανικών εφημερίδων. Τα σχετικά σχόλιά τους συνοψίζει ο Γιώργος Μπίστης στο ακόλουθο σημείωμα:
Με ένα τρίο δημοσιογραφικών συνεντεύξεων, Λίβυοι αξιωματούχοι, ο Πρόεδρος Μπούς και ο Βρετανός Πρωθυπουργός Τόνι Μπλέαρ ανήγγειλαν ότι ο Συνταγματάρχης Γκαντάφι συμφώνησε να επιτρέψει την άμεση και δίχως όρους διεθνή επιθεώρηση τόσο του οπλοστασίου της χώρας του όσο και της διαδικασίας καταστροφής των απαγορευμένων όπλων σε αυτό. Η παραχώρηση θεωρείται ως μια προσπάθεια από μέρους της Τρίπολης να δώσει τέλος στις αυστηρότατες διεθνείς οικονομικές κυρώσεις εναντίον της και να ενθαρρύνει την αξιοποίηση των κοιτασμάτων πετρελαίου της Λιβύης από Αμερικανικές και διεθνείς εταιρείες.
Οι πρώτες αντιδράσεις του Αμερικανικού τύπου είναι θετικές. Η έγκυρη εφημερίδα Τάημς της Νέας Υόρκης γράφει ότι πρόκειται για μια ευπρόσδεκτη αλλαγή πορείας στην μακρά και ασυνήθιστη οδύσσεια του Συνταγματάρχη Γκαντάφι προς την κατεύθυνση της ανάκτησης της διεθνούς αποδοχής. Και προσθέτει:
«Η Ουάσιγκτον υποψιάζονταν πως η Λιβύη διαθέτει προγράμματα βιολογικών και χημικών όπλων καθώς επίσης ότι φιλοδοξούσε να αποκτήσει και πυρηνικά όπλα. Εάν τώρα η Λιβύη τηρήσει την υπόσχεση να εξουδετερώσει τα προγράμματά της αυτά και επιτρέψει πλήρεις επιθεωρήσεις στο έδαφός της, τότε οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να ετοιμασθούν να αποκαταστήσουν ομαλές οικονομικές και πολιτικές σχέσεις με την Τρίπολη».
Αλλά η εφημερίδα Christian Science Monitor της Βοστώνης είναι πιο συγκρατημένη. Όπως γράφει:
«Ο Πρόεδρος Μπούς δεν θα πρέπει να μείνει ικανοποιημένος μόνο και μόνο από τη διάλυση των προγραμμάτων πυρηνικών, βιολογικών και χημικών όπλων της Λιβύης, όσο και ευπρόσδεκτη κι αν είναι η προσφορά αυτή. Προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο άστατος τούτος δικτάτορας και οι γιοι του, που προφανώς προσβλέπουν να τον διαδεχθούν μια μέρα στην εξουσία, δεν θα προβάλουν ποτέ ξανά απειλή εναντίον του κόσμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να διατηρήσουν τις οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Λιβύης, συμπεριλαμβανομένης και της απαγόρευσης των πετρελαϊκών επενδύσεων, μέχρις ότου ο λαός της Λιβύης μπορεί να αναδεικνύει τους ηγέτες του μέσω ελεύθερων εκλογών».
Στην Αμερικανική πρωτεύουσα η εφημερίδα Washington Times γράφει πως η πρόσφατη σύλληψη του Σαντάμ Χουσεήν στο Ιράκ ήταν ένας από τους παράγοντες που επηρέασαν την απόφαση του Συνταγματάρχη Γκαντάφι. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο της εφημερίδας:
«Η επιτυχημένη επιχείρηση των δυνάμεων του συνασπισμού, που έδωσε τέλος στην 35 χρόνων τυραννία, την οποία είχε επιβάλει η παράταξη Μπάαθ, στο Ιράκ αποτελεί προειδοποίηση σε όσες κυβερνήσεις αναπτύσσουν πυρηνικά, χημικά και βιολογικά όπλα μαζικής καταστροφής. Παρά το ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες όπως και η Βρετανία χαρακτηρίζουν ευπρόσδεκτη την διακήρυξη της Λιβύης εν τούτοις η Ουάσιγκτον δεν σχεδιάζει να άρει τις κυρώσεις μέχρις ότου μπορέσει να επιβεβαιώσει ότι η Τρίπολη έχει πραγματικά καταργήσει τα προγράμματά της αυτά. Επίσης οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να επιμείνουν ώστε η Λιβύη να τερματίσει και κάθε υποστήριξή της προς την τρομοκρατία.»
Μια άλλη εφημερίδα της Αμερικανικής πρωτεύουσας, η Washington Post, χαρακτηρίζει τα νέα από την Τρίπολη «μεγάλη επιτυχία στις προσπάθειες για να αποτραπεί η διασπορά των χημικών, βιολογικών και πυρηνικών όπλων» και εκφράζει την άποψη ότι η εξέλιξη μπορεί να έχει ακόμα πιο θετική διεθνή προέκταση. Όπως επεξηγεί ο αρθρογράφος της εφημερίδας:
«Διάφορες χώρες, ειδικότερα η Βόρεια Κορέα και το Ιράν, αναμφίβολα θα κοιτάξουν να δουν τι θα κερδίσει ο Συνταγματάρχης Γκαντάφι από την συνεργασία του με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Πρόεδρος Μπούς έχει υποσχεθεί ότι ηγέτες που παύουν να επιδιώκουν την εξασφάλιση χημικών, βιολογικών και πυρηνικών όπλων θα βρούνε ένα ανοιχτό μονοπάτι για τη βελτίωση των σχέσεών τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα ελεύθερα κράτη. Εάν η Λιβύη τηρήσει τις υποσχέσεις της, η Ουάσιγκτον θα πρέπει γρήγορα να άρει τις οικονομικές κυρώσεις εναντίον της ακόμα και αν ορισμένες οικογένειες των θυμάτων της πτήσης της PAN AM έχουν αντιρρήσεις».
Τέλος στη Νέα Υόρκη, η Αμερικανική έκδοση της εφημερίδας Financial Times του Λονδίνου συμφωνεί πως τα νέα από την Τρίπολη αποτελούν μια «ευχάριστη έκπληξη». Το γεγονός, γράφει, πως η Λιβύη εγκαταλείπει το πυρηνικό πρόγραμμά της εξασφαλίζει ένα καθαρό όφελος. Και προσθέτει:
«Το όφελος από την απόφαση της Λιβύης και τα έκτακτα βήματα πού έκανε το Ιράν σε σχέση με το δικό του πυρηνικό δυναμικό αποτελούν μια θετική αντίθεση στην παράνομη συμπεριφορά της Βόρειας Κορέας. Σημαίνουν μήπως οι δύο πρώτες εξελίξεις την απαρχή μιας δυναμικής γενικού αφοπλισμού στη Μέση Ανατολή; Όχι, η τουλάχιστον όχι ακόμα. Αλλά όμως δείχνουν τι μπορεί να επιτευχθεί όταν παρέχονται τα σωστά κίνητρα».