Μετά από σειρά ετών οικονομικής ανάπτυξης, η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα μειώθηκε σημαντικά κατά το 2001 καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία και η Γερμανία εισήλθαν σε περίοδο ύφεσης. Η Βιργινία Βουτσινά της Φωνής της Αμερικής κάνει μια μικρή αναδρομή στην χρονιά που πέρασε.
Μετά από ρεκόρ δέκα χρόνων οικονομικής ανάπτυξης, η γιγαντιαία Αμερικανική οικονομία περιέπεσε σε ύφεση τον Μάρτιο του 2001. Καθώς ο χρόνος πλησίαζε στο τέρμα του, υπήρχε διάσταση απόψεων για το πόσο θα συνεχιζόταν η πτωτική της πορεία. Η επικρατούσα γνώμη είναι οτι η ύφεση θά είναι σχετικά ανώδυνη και μικρής διάρκειας. Ενισχυμένη με 11 διαδοχικές περικοπές βραχυπροθέσμων επιτοκίων, η οικομία αναμένεται να ανακάμψει τον Απρίλιο του 2002. Ο υπουργός οικονομικών Πώλ Ο’Νήλ, δήλωσε ότι πρίν από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Νέα Υόρκη και τη Ουάσινγκτον στις 11 Σεπτεμβρίου, η Αμερικανική οικονομία βρισκόταν σε ανοδική πορεία. Οι επιθέσεις όμως ανέκοψαν αυτή την ανάκαμψη, δημιουργώντας απότομη πτώση στον ταξιδιωτικό τομέα, και δίνοντας φοβερά προβλήματα στις αεροπορικές εταιρίες και τον ξενοδοχειακό κλάδο. Ο κ. Ο’Νηλ δήλωσε: “Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, στις 10 Σεπτεμβρίου η οικονομία μας βρισκόταν σε περίοδο ανάκαμψης. Και πιστεύω οτι αυτά τα σκαμπανεβάσματα πρίν και μετά τις 11 Σεπτεμβρίου, είχαν απευθείας αρνητικό αντίκτυπο στην Αμερικανική οικονομία.»
Αλλά η καθοδική πορεία που ξεκίνησε στις 11 Σεπτεμβρίου δεν περιορίστηκε μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Είχε διεθνείς προεκτάσεις. Ο Υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, Γκόρντον Μπράουν, λέει οτι το 2002 θά είναι κρίσιμο για όλες τις μεγάλες οικονομίες του κόσμου. «Πρόκειται για εποχή δοκιμασίας,» δηλώνει ο κύριος Γκόρντον, «τόσο για την Αμερική όσο και για την Ευρώπη, αλλά και την Ιαπωνία, που βρίσκεται σε ύφεση. Είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος για την Αγγλική οικονομία. Απο την άλλη μεριά, έχω πλήρη συνείδηση του ότι υπάρχει κίνδυνος και αβεβαιότητα για τις διεθνείς εξελίξεις.»
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναφέρει οτι η παγκόσμια οικονομία αυξήθηκε μόνο κατά 2.4 % φέτος και οτι η αύξηση θα κυμανθεί στα ίδια επίπεδα το 2002. Οι πιό εύρωστες οικονομίες ήταν η Κίνα, η Ινδία και η Ρωσία.
Ομως, ανάμεσα στις δυσοίωνες προβλέψεις, υπήρξαν και απρόσμενα ευχάριστα νέα το Νοέμβριο. Υπουργοί Εμπορίου περισσότερων από 100 χωρών συναντήθηκαν στη Ντόχα, του Κατάρ και συμφώνησαν να ξεκινήσουν διαβουλεύσεις για περαιτέρω μείωση των φραγμών στις εμπορικές συναλλαγές. Ο εμπορικός εκπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών Ρόμπερτ Ζέλλικ δήλωσε:
«Αυτές οι παγκόσμιες διαπραγματεύσεις θά πρέπει να κάνουν κατανοητό σε όλους οτι το εμπόριο είναι επωφελής δραστηριότητα όχι μόνο για τις ανεπτυγμένες αλλά και για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Στον απόηχο της 11ης Σεπτεμβρίου, η συμφωνία στη Ντόχα περνάει ένα εξαίρετο πολιτικό μήνυμα, οτι δηλαδή 142 διαφορετικές χώρες μπορούν συμφωνήσουν σε μια σε μία εποικοδομητική, θετική ατζέντα γιά όλους τους ανθρώπους στον κόσμο.»
Για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες το εξωτερικό τους χρέος αποτελεί τεράστια τροχοπέδη για την οικονομική δραστηριότητά τους. Το Πακιστάν, που μετά τις 11 Σεπτεμβρίου έγινε πολύτιμος σύμμαχος των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, απέσπασε την υπόσχεση οτι μερικά από τα χρέη του θα παραγραφούν. Ο Σάβιντ Μπούρκι υπήρξε διοικητικό στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας ενώ πρόσφατα είχε χρηματίσει για ένα μικρό διάστημα Υπουργός Οικονομικών του Πακιστάν. Ο κύριος Μπούρκι είπε ότι: «Το επίσημο χρέος του Πακιστάν ανέρχεται αυτή τη στιγμή σε 38 δισεκατομμύρια δολάρια, το οποίο είναι μεγαλύτερο από το ήμισυ του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος του. Και όπως έλεγε και ο Στρατηγός Περβέζ Μουσαράφ κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στις ΗΠΑ, αυτό είναι και το σοβαρότερο πρόβλημα του Πακιστάν.»
Το Πακιστάν είναι μία από τις πτωχότερες χώρες του κόσμου. Η Αργεντινή αντίθετα θεωρείται χώρα μεσαίου εισοδήματος. Όμως και αυτή αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα χρέους. Προς το τέλος του χρόνου και ενώ η κυβέρνηση της χώρας αυτής περιέκοπτε τις δαπάνες για κοινωνικά προγράμματα για να μπορέσει να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό της, εκδηλώθηκαν βίαια επεισόδια στην πρωτεύουσα. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και οι δυτικές κυβερνήσεις δίσταζαν να χορηγήσουν κι άλλη οικονομική βοήθεια στην Αργεντινή.
Οι τιμές του πετρελαίου πού είχαν ανέβει πολύ το 2000, έπεσαν το 2001, κι αυτό βέβαια είναι καλό για τις χώρες που εισάγουν πετρέλαιο, αλλά κακό για εκείνες που εξάγουν. Γενικά, το 2001 δεν ήταν καλό οικονομικό έτος και οι ειδικοί δεν αναμένουν μεγάλες βελτιώσεις το 2002.