Ανάμεικτη ήταν τη Δευτέρα η απόδοση της Γουώλ Στρήτ με συνεχή σκαμπανεβάσματα των χρηματαγορών στη διάρκεια της ημέρας, μετά την κυβερνητικά υποστηριζόμενη εξαγορά της Bear Stearns, μιας απ’ τις μεγαλύτερες τράπεζες επενδύσεων στο κόσμο, από την JP Morgan, έναντι 250 εκατομμυρίων δολαρίων, ποσό κατά πολύ μικρότερο των 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων που υπολογιζόταν η αξία της Bear Stearns πριν ένα χρόνο. Μετά την ανακοίνωση της εξαγοράς τα διεθνή χρηματιστήρια υπέστησαν σοβαρούς κλυδωνισμούς, ενώ η Αμερικανική κυβέρνηση πήρε σειρά μέτρων για να αποφευχθεί αλυσιδωτή κατάρρευση και άλλων εταιρειών επενδύσεων.
Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ μείωσε το διατραπεζικό επιτόκιο και αναμένεται να προβεί σε νέα μείωση των επιτοκίων σήμερα. Πάντως παρόλο που οι αποφάσεις αυτές στοχεύουν στην προώθηση ρευστού χρήματος στην οικονομία, έχουν σαν αποτέλεσμα και την περαιτέρω διολίσθηση του Αμερικανικού νομίσματος. Επίσης οι ταλαντεύσεις των χρηματιστηρίων εκτόξευσαν την τιμή του πετρελαίου τη Δευτέρα σε νέα ύψη.
Από τη πλευρά του ο πρόεδρος Μπούς δήλωσε ότι η Αμερικανική κυβέρνηση «ελέγχει την κατάσταση» της ασθμαίνουσας οικονομίας. Σε δηλώσεις του προς δημοσιογράφους στο Λευκό Οίκο τη Δευτέρα μετά από διαβουλεύσεις με τους οικονομικούς του συμβούλους, ο κ. Μπούς παραδέχτηκε ότι η οικονομία των ΗΠΑ διανύει δύσκολες ώρες, αλλά επεσήμανε ότι η Αμερικανική κυβέρνηση έχει λάβει «αποφασιστικά μέτρα», όπως τα χαρακτήρισε, για να βοηθήσει στην ανάκαμψη των χρηματαγορών.