18 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν απ’ την νόσο Αλτζχάιμερ, την πιο κοινή μορφή γεροντικής άνοιας. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους ασθενείς βρίσκονται στις ανεπτυγμένες χώρες και μέχρι στιγμής δεν έχει βρεθεί φάρμακο που να θεραπεύει την βασανιστική αυτή ασθένεια.
Τώρα όμως μια απλή εξέταση αίματος υπόσχεται έγκαιρη ταυτοποίηση ατόμων που θα προσληφθούν απ’ την νόσο στο μέλλον. Συγκεκριμένα η εξέταση αίματος προσδιορίζει εγκεφαλικές τροποποιήσεις που θα μπορούσαν να προβλέψουν την ασθένεια μέχρι και μια εξαετία πριν την εμφάνιση της.
Ο Μάρκους Μπρίτζκι και οι συνεργάτες του στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ της Καλιφόρνια μελετούν συγκεκριμένες πρωτεΐνες στα ερυθρά αιμοσφαίρια και συγκρίνουν τον τρόπο επικοινωνίας των κυττάρων του αίματος, παράλληλα με την εγκεφαλική αποσύνθεση στην εξελικτική φθίνουσα πορεία της νόσου Αλτζχάιμερ. Οι εφευρέτες αυτού του τεστ αίματος δηλώνουν ότι, στο 90% των περιπτώσεων, προβλέπει αν ένα άτομο θα προσβληθεί απ’ την ασθένεια.
Αλλά ο καθηγητής Λέναρτ Μούκι, του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο δηλώνει ότι η συγκεκριμένη έρευνα αποτελεί πηγή νέων ιδεών για περαιτέρω έρευνα. «Η έρευνα δείχνει ξεκάθαρα,» επισημαίνει ο κ. Μούκι «ότι ο εγκέφαλος συνδέεται ενεργά με τον υπόλοιπο οργανισμό. Ότι συμβαίνει στο εγκέφαλο μας αντικατοπτρίζεται σε αλλαγές στις πρωτεΐνες του αίματος».
Παράλληλα, ο καθηγητής Ρόναλντ Πήτερσεν, της περίφημης κλινικής Μέιο, στο Ρότσεστερ της Μιννεσότα δηλώνει ότι τέτοιου είδους εξετάσεις αίματος δίνουν στους ασθενείς ελπίδες για το μέλλον. «Μια τέτοια εξέταση αίματος», αναφέρει ο κ. Πήτερσεν «συμβάλει στην ανάπτυξη θεραπειών τροποποίησης της φύσης της ασθένειας. Πολλά φάρμακα που μελετώνται τώρα έχουν αυτόν ακριβώς το στόχο».
Ο συνηθέστερος τρόπος διάγνωσης της νόσου Αλτζχάιμερ βασίζεται σε συνδυασμό κλινικών εξετάσεων, ενώ η ασθένεια μπορεί αντικειμενικά να επιβεβαιωθεί μόνο με νεκροψία μετά τον θάνατο του ασθενούς.
Τώρα, όμως, αυτή η εξέταση αίματος που βρίσκεται ακόμη σε πειραματικό στάδιο, υπόσχεται στους ασθενείς με Αλτζχάιμερ και στις οικογένειες τους ένα περιθώριο χρόνου για να προετοιμαστούν για τις δυσκολίες που επιφυλάσσει το μέλλον.