ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

Το Κυπριακό στο 2007


Ο ερχομός του 2007 αναπτερώνει σε σημαντικό βαθμό τις ελπίδες για ένα δίκαιο και βιώσιμο διακανονισμό του Κυπριακού που δεν κατέστη δυνατόν να επιτευχθεί στο χρόνο που πέρασε, με αποτέλεσμα να παραμένει διαιρεμένο το όμορφο νησί της Αφροδίτης επί 33 συνεχείς χειμώνες και καλοκαίρια. Όμως το 2006 θεωρήθηκε από διάφορους αναλυτές σαν καλή χρονιά για το Κυπριακό, τουλάχιστον από την άποψη ότι συνέβαλε στο να αντιστραφεί το αρνητικό κλίμα που ορισμένοι κύκλοι είχαν διαμορφώσει για την Κυπριακή Δημοκρατία, αμέσως μετά τα δημοψηφίσματα του 2004 στα οποία, ως γνωστόν, οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι αποδέχτηκαν το λεγόμενο Σχέδιο Αννάν για την ενοποίηση του νησιού, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων το απέρριψε.

Στην ακόλουθη σύντομη αναδρομή στον χρόνο που μόλις αποχαιρετίσαμε επισημαίνονται οι κυριότερες εξελίξεις που βοήθησαν στο να επέλθει η αντιστροφή αυτή και εξετάζονται μερικά καινούργια δεδομένα πάνω στα οποία στηρίζονται πολλές ελπίδες για καλύτερη εξέλιξη του Κυπριακού στο 2007.

Στις 28 του Φλεβάρη 2006, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τάσος Παπαδόπουλος, συναντήθηκε με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κι εξέτασε μαζί του πώς να γυρίσουμε σελίδα και να επισκεφτούμε ξανά το πρόβλημα της Κύπρου, μελετώντας το δίχως ασφυχτικά χρονοδιαγράμματα κι έχοντας συνεχώς κατά νου ότι μια λύση του προβλήματος θα πρέπει οπωσδήποτε να εξυπηρετεί πρώτα τα συμφέροντα ολόκληρου του λαού της Κύπρου, δηλαδή τόσο των Ελληνοκυπρίων όσο και των Τουρκοκυπρίων. Η συνάντηση εκείνη, κατά εκτίμηση πολλών εμπειρογνωμόνων, κατέδειξε πως η Ελληνοκυπριακή πλευρά, παρά την αντίθεσή της στο Σχέδιο Αννάν, συνεχίζει να είναι προσηλωμένη στο στόχο της επανένωσης του νησιού. Το νέο ξεκίνημα που θεμελιώθηκε με την πρωτοβουλία αυτή οδήγησε λίγο αργότερα σε μια πρόσωπο-με-πρόσωπο επαφή του Προέδρου Παπαδόπουλου με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη κ. Ταλάτ, για το ανθρωπιστικό θέμα των αγνοουμένων και στην παράλληλη συγκρότηση ομάδων εμπειρογνωμόνων από τις δύο κοινότητες για την περιοδική εξέταση άλλων πτυχών του Κυπριακού.

Οι Έλληνες και οι Κύπριοι της Αμερικής δραστηριοποιήθηκαν λίγο αργότερα αναλαμβάνοντας μια ανεξάρτητη προσπάθεια προς υποστήριξη της καινούργιας κινητικότητας, με απώτερο στόχο να υλοποιηθεί ο διακαής πόθος της ομογένειας για τη δημιουργία δι-ζωνικής, δι-κοινοτικής ομοσπονδίας στην Κύπρο. Η Παγκόσμια Συντονιστική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνα (ΠΣΕΚΑ) και το Συμβούλιο Αποδήμου Ελληνισμού (ΣΑΕ) συνήλθανε στις αρχές του Ιούνη στη Ουάσιγκτον. Οι σύνεδροι είχαν διαβουλεύσεις με παράγοντες της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Τους εξήγησαν ότι η μη αποδοχή του Σχεδίου Αννάν από την Ελληνοκυπριακή κοινότητα οφείλονταν κυρίως στην αδυναμία του σχεδίου αυτού να κατοχυρώσει την ασφάλειά της. Παράλληλα τους τόνισαν πως τριάντα και πλέον χρόνια Τουρκικής κατοχής τμήματος του Κυπριακού εδάφους είναι πάρα πολλά. Τους υπενθύμισαν πως η Λευκωσία είναι διαιρεμένη για πιο πολύ καιρό από ότι ήταν το Βερολίνο. Και ζήτησαν τη βοήθειά τους για μετάβαση από τη διαίρεση στην επανένωση.

Πολλοί Αμερικανοί αξιωματούχοι ανταποκρίθηκαν θετικά στο κάλεσμα. Ανάμεσά τους και ο Υφυπουργός Εξωτερικών για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, Ντάνιελ Φρηντ, που μιλώντας στη 17η συνδιάσκεψη του ΣΑΕ και της ΠΣΕΚΑ για το Κυπριακό, κατέστησε σαφές πως «η Κύπρος είναι ένα κράτος γι αυτό και έχουμε ένα μόνο Πρέσβη εκεί…η πολιτική των ΗΠΑ δεν προβλέπει αναγνώριση καμίας άλλης πολιτικής οντότητας στο νησί». Ο Ντάνιελ Φρηντ πρόσθεσε: «Οι δύο κοινότητες της Κύπρου πρέπει τώρα να καταλήξουνε σε ένα διακανονισμό αποδεκτό από τις πλειοψηφίες των πολιτών τους και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα τις βοηθήσουνε να πετύχουν τον στόχο τους αυτό». Οι δηλώσεις του κ. Φρηντ, κατά γενική ομολογία, κατέδειξαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντίθετα με εικασίες που διατυπώθηκαν από μερικά μέσα ενημέρωσης, σέβονται την απόφαση που πήραν οι Ελληνοκύπριοι στο δημοψήφισμα του 2004, δεν έχουν μεταβάλει την πολιτική τους που συνίσταται στην αναγνώριση μιας μόνον κυβέρνησης στην Κύπρο, της κυβέρνησης του Προέδρου Παπαδόπουλου, και συνεχίζουν να εργάζονται για την ενοποίηση των δύο κοινοτήτων του νησιού. Την επίτευξη ενός δίκαιου και βιώσιμου διακανονισμού στο Κυπριακό υποστήριξαν και πολλά μέλη του Κογκρέσου με τα οποία συναντήθηκαν οι εκπρόσωποι των μεγάλων ομογενειακών οργανώσεων.

Ο Πρόεδρος της ΠΣΕΚΑ, Φίλιπ Κρίστοφερ, μιλώντας από το βήμα της συνδιάσκεψης στη Ουάσιγκτον, είπε πως η Κύπρος θα πρέπει να μελετήσει σοβαρά ένα Αμερικανικό πρότυπο. Κατά την έκφρασή του: «Εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουμε Ελληνο-αμερικάνους, Γερμανο-αμερικάνους, Ιρλανδο-αμερικάνους και κάθε λογής άλλους Αμερικάνους. Όλοι τους είναι Αμερικάνοι, υπερήφανοι για την ξεχωριστή ο καθένας καταγωγή του, αλλά αμερικάνοι που έχουνε την ίδια σημαία και το ίδιο διαβατήριο. Κάτι παρόμοιο θα μπορούσε να γίνει και στην Κύπρο». Η δήλωση αυτή του κ. Κρίστοφερ δείχνει ότι και ένα σημαντικό κομμάτι του Ελληνισμού της διασποράς βλέπει με θετικό μάτι την ιδέα να συσταθεί ομόσπονδο κράτος στο οποίο οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι να συμβιώνουν ειρηνικά και να είναι παράλληλα περήφανοι για την ξέχωρη καταγωγή τους. Η δήλωση έχει επίσης σημασία και από την άποψη ότι «ο Ελληνισμός της διασποράς είναι ένας από τους δύο πνεύμονες με τους οποίους αναπνέει η Κύπρος», για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση που διατύπωσε ο τότε Πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, Ευριπίδης Ευρυβιάδης.

Παράλληλα ο Οσμάν Ερτούγκ, που διευθύνει γραφείο προώθησης των Τουρκοκυπριακών συμφερόντων στη Ουάσιγκτον, είπε ότι είναι και αυτός υπέρ της προσέγγισης. Κατά την έκφρασή του: «Εμείς οι Τουρκοκύπριοι στέλνουμε μήνυμα ειρήνης. Αφήσαμε πίσω τις τραγωδίες του παρελθόντος χωρίς να ξεχνάμε ούτε εμείς ούτε η άλλη πλευρά την ιστορία μας. Ας μην αφήσουμε την έχθρα να φωλιάσει μέσα μας. Πρέπει να μπορέσουμε να συγχωρέσουμε αν όχι και να ξεχάσουμε. Ας δουλέψουμε μαζί για μια λύση». Τα λόγια αυτά του κυρίου Ερτούγκ υποδηλώνουν πως οι Τουρκοκύπριοι, όπως και οι Ελληνοκύπριοι, δεν έχουνε εγκαταλείψει την ελπίδα ότι το πρόβλημα που τους χωρίζει θα λυθεί μια μέρα κατά τρόπο ο οποίος να τους επιτρέψει να ζήσουνε μαζί στο νησί που και οι δύο αγαπούν, παρά το ότι δεν είναι ακόμα σύμφωνοι για το ποιος θα είναι ο τρόπος αυτός.

Μερικές εβδομάδες αργότερα, κατά τα μέσα του καλοκαιριού, ξέσπασε μια μεγάλη κρίση στη Μέση Ανατολή, που είχε σαν αποτέλεσμα το ξεσπίτωμα και τη φυγή δεκάδων χιλιάδων αμάχων πολιτών από τον Λίβανο. Η Ελλάδα και η Κύπρος ήτανε δύο από τις χώρες που βοήθησαν σημαντικά τους αθώους αυτούς ανθρώπους. Η Ελλάδα διέθεσε πλοία της που μαζί με Αμερικανικά πολεμικά σκάφη απομάκρυναν πολλούς ξένους από την εμπόλεμη περιοχή κι επίσης έστειλε ανθρωπιστική βοήθεια για εκείνους που αποφάσισαν να μείνουν στο Λίβανο πριν και μετά την εκεχειρία ανάμεσα στους Ισραηλινούς και τη Χεζμπολά. Η Κύπρος επωμίστηκε το έργο της φιλοξενίας και της προσωρινής περίθαλψης όλων σχεδόν των ξένων, κάπου 75 χιλιάδων ανθρώπων, περιλαμβανομένων 14 χιλιάδων Αμερικανών, που εγκατέλειψαν τον Λίβανο και μέσω αυτής επέστρεψαν στις χώρες τους. Ήτανε ένα έργο δυσανάλογα μεγάλο για το σχετικά μικρό αυτό νησιωτικό κράτος της Ανατολικής Μεσογείου. Η Κύπρος όμως το έφερε σε πέρας με απόλυτη επιτυχία.

Η μεγάλη αυτή προσφορά της κυβέρνησης και του λαού της Κύπρου αναγνωρίστηκε τόσο από την εκτελεστική όσο και από τη νομοθετική εξουσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Πρόεδρος Τζωρτζ Μπους, η Υπουργός Εξωτερικών Κοντολίζα Ράης, τα τρία τέταρτα των μελών της Γερουσίας και κάπου εκατό μέλη της Αμερικανικής Βουλής έστειλαν επιστολές στον Πρόεδρο Παπαδόπουλο ευχαριστώντας τον για τη συμβολή της Κύπρου στην επιχείρηση της διάσωσης τόσων χιλιάδων αμάχων από τον Λίβανο.

Δίνοντας στους ταλαιπωρημένους και αγωνιούντες πρόσφυγες ένα χαμόγελο, ένα γάλα για τα παιδιά, ένα χυμό και πάνω από όλα συμπαράσταση και σιγουριά πως όλα θα πάνε καλά, ο συμπονετικός και γενναιόδωρος Ελληνοκυπριακός λαός βελτίωσε το γόητρο της χώρας του στην Αμερική και τον υπόλοιπο κόσμο. Όπως παρατήρησε ο Πρέσβης Ευριπίδης Ευρυβιάδης, ένας από τους ανθρώπους που συνέβαλαν πέρσι στην προβολή του θετικού αυτού γοήτρου της Κύπρου στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Κύπριοι απέδειξαν πόσο σημαντική εισφορά μπορούν να κάνουν στα ευρύτερα συμφέροντα της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως για την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή.

Καθώς ο χρόνος πλησίαζε στο τέλος του, στις 27 του Δεκέμβρη, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής, Δημήτρης Χριστόφιας, συναντήθηκε με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μεχμέτ Αλί Ταλάτ με τον οποίο και εξέτασε την προοπτική επίλυσης του πολιτικού προβλήματος του νησιού. Την επομένη ο κύριος Χριστόφιας δήλωσε πως το 2007 θα πρέπει να προετοιμαστεί καλά το έδαφος προκειμένου να αρχίσουν σοβαρές διαπραγματεύσεις μέσα στο 2008 για λύση του Κυπριακού.

Ανεξάρτητα, αλλά σχεδόν παράλληλα, ο νέος ηγέτης της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Κύπρου, Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ο Δεύτερος ανήγγειλε πως θα συναντηθεί με τον Μουφτή, τον πνευματικό ηγέτη των Τουρκοκυπρίων στα κατεχόμενα στις 8 Ιανουαρίου. Αν και δεν αποκάλυψε την ατζέντα των συνομιλιών πιστεύεται πως αυτές αποβλέπουν στη δημιουργία μιας θετικής και εποικοδομητικής σχέσης ανάμεσά τους. Και κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβάλει ακόμα περισσότερο στο στόχο της ενοποίησης των δύο κοινοτήτων.

Ο Πρόεδρος Τάσος Παπαδόπουλος, στο Πρωτοχρονιάτικο διάγγελμά του, εξέφρασε κι αυτός την ελπίδα πως το 2007 «θα σημάνει την απαρχή ενός νέου προσανατολισμού και τη χαραυγή ενός καλύτερου μέλλοντος για την Κύπρο και όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες της». Ο Κύπριος ηγέτης επανέλαβε ότι παραμένει προσηλωμένος στη συμφωνία που συνήψε στις 8 Ιουλίου με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, παρουσία του Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για Πολιτικές Υποθέσεις, Ιμπραχίμ Γκαμπάρι, για τη διεξαγωγή διαλόγου τόσο πάνω σε θέματα της καθημερινής ζωής στο νησί όσο και σε σημαντικές πτυχές του Κυπριακού, με την ελπίδα ότι ο διάλογος αυτός θα καταλήξει σε περιεκτικό διακανονισμό του προβλήματος. Αλλά προειδοποίησε ο κ. Παπαδόπουλος πως το κλειδί για τη λύση του Κυπριακού το κρατά η Άγκυρα η οποία «προβάλει απαράδεκτους όρους και απαράδεκτες αξιώσεις». Απευθυνόμενος στους συμπατριώτες του Τουρκοκυπρίους, ο Πρόεδρος Παπαδόπουλος είπε ότι τους στέλνει μήνυμα φιλίας και τους ζητά να επιδείξουνε κατανόηση γιατί «μόνον με αμοιβαία κατανόηση μπορούμε να οικοδομήσουμε μαζί ένα κοινό μέλλον ευημερίας και προόδου», στα πλαίσια μιας ενοποιημένης και ειρηνικής Κύπρου που θα διασφαλίσει ένα καλύτερο αύριο για όλους.

Με τον ερχομό του 2007 το πηδάλιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ανέλαβε καινούργιος Γενικός Γραμματέας, ενώ στην Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναδείχτηκε η Γερμανία. Οι δύο αυτές εξελίξεις αν και δεν σχετίζονται άμεσα με το Κυπριακό ίσως έχουν κάποια επίδραση πάνω του στους προσεχείς λίγους μήνες. Ο Μπαν-Κι-Μουν, που διαδέχεται τον Κόφφι Αννάν στο αξίωμα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, σχεδιάζει, όπως λέγεται, να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του διεθνούς οργανισμού. Ήδη ανήγγειλε ότι αντικαθιστά τον Προσωπάρχη του γραφείου του καθώς επίσης και τον επί του τύπου εκπρόσωπό του. Ορισμένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι εφ όσον ο Μπαν-Κι-Μουν δεν συνδέεται με το Σχέδιο Αννάν μπορεί να αποδειχθεί πιο δεκτικός σε εναλλακτικές ιδέες λύσης του Κυπριακού από ότι ο προκάτοχός του και εμπνευστής του σχεδίου αυτού.

Όσο για την Γερμανική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την Κυπριακή πρεσβεία στη Ουάσιγκτον, υποσχέθηκε ότι υπό την ιδιότητά της αυτή θα κάνει ότι μπορεί για να πετύχει συνολικό διακανονισμό του Κυπριακού με βάση τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, δηλαδή τις αρχές πάνω στις οποίες έχει στηριχτεί η ίδρυση της ΕΕ.

Όλα αυτά, αν και από μόνα τους δεν διασφαλίζουν λύση του Κυπριακού, εν τούτοις δημιουργούν ευοίωνες προοπτικές για την εξέλιξη ήδη δρομολογημένων προσπαθειών και άλλων νέων πρωτοβουλιών από μέρους των δύο Κυπριακών κοινοτήτων με απώτερο στόχο την επίτευξη διακανονισμού το συντομότερο δυνατόν.

XS
SM
MD
LG