Η Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Ντόρα Μπακογιάννη, προήδρευσε σε ανοικτή υπουργική συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένου του Παλαιστινιακού ζητήματος.
Η κυρία Μπακογιάννη είπε ότι ήταν προνόμιο, μεγάλη τιμή και ταυτόχρονα υψηλή ευθύνη για την ίδια να προεδρεύει στη συνεδρίαση αυτή και ευχαρίστησε όλους τους συμμετέχοντες αξιωματούχους για την υποστήριξη που προσέφεραν στην Προεδρία του Συμβουλίου, προκειμένου να πραγματοποιηθεί τελικά η συνάντηση της Πέμπτης.
Η Ελληνίδα Υπουργός αναγνώρισε ότι όλοι όσοι πήραν μέρος έχουνε πλήρη επίγνωση των πολυδιάστατων προκλήσεων στη Μέση Ανατολή. Είναι τέτοια η φύση των προκλήσεων αυτών, παρατήρησε, που επηρεάζουν, όχι μόνο τους λαούς της περιοχής, δηλαδή τους Ισραηλινούς, τους Παλαιστινίους, τους Λιβανέζους, τους Σύρους, τους Ιορδανούς, τους Αιγυπτίους και άλλους, αλλά και την διεθνή κοινότητα στο σύνολό της.
Στο σημείο αυτό επισήμανε ότι το σύνολο των διεθνών οργανισμών, και εν γένει εταίρων, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Αραβικός Σύνδεσμος και το κίνημα Αδεσμεύτων, τοποθετούν το ζήτημα της Μέσης Ανατολής ψηλά στις προτεραιότητές τους.
Η κυρία Μπακογιάννη είπε ότι παρά τις διαφοροποιήσεις στις παρεμβάσεις και θέσεις που διατυπώνονται, υπάρχει ένα καίριο στοιχείο που είναι κοινό για όλους, ένα στοιχείο που επαναλήφθηκε από όλους και στη συνεδρίαση της οποίας προήδρευσε στο Συμβούλιο Ασφαλείας, και αυτό δεν είναι άλλο από την ανάγκη επίτευξης μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Μεσανατολικό.
Κατά την έκφρασή της, «αυτός είναι ο κοινός μας στόχος και αποτελεί, πιστεύω, τη συλλογική βούληση των λαών του κόσμου, όπως επανειλημμένως έχει εκφρασθεί από τους εκπροσώπους τους σε κάθε εναρκτήρια σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών».
Η Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας είπε πως δεν μπορεί να σκεφτεί άλλη σύγκρουση, η οποία να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τόσο πολλών για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Παρόλα αυτά, συνέχισε, «καθώς τα χρόνια γίνονται δεκαετίες, ολόκληρες γενιές μεγαλώνουν γνωρίζοντας μόνο το μίσος και η λογική και η κατανόηση δίνουν τη θέση τους στο φονταμενταλισμό και τον εξτρεμισμό».
Παρά την κοινή βούληση για επικράτηση της ειρήνης, ανέφερε η Ελληνίδα Υπουργός, γενιές Ισραηλινών και Αράβων έχουνε στερηθεί του δικαιώματος να ζουν ελεύθεροι και ασφαλείς. Και για αυτό ακριβώς το λόγο η ίδια έχει, όπως είπε, πλήρη συναίσθηση του βάρους της ευθύνης σήμερα.
Στη συνέχεια της παρεμβάσεώς της η κυρία Μπακογιάννη τόνισε: «Η ευθύνη είναι μεγάλη μπροστά στον πόνο τόσο πολλών ανθρώπων για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, μπροστά στα δάκρυα των μανάδων που έχασαν τους γιους και τις κόρες τους στη σύγκρουση αυτή, αλλά και μπροστά στο θαρραλέο όραμα και την αποφασιστικότητα αυτών που, στο διάβα της ιστορίας της πολύπαθης αυτής περιοχής, προσπάθησαν ειλικρινά να φέρουν την ειρήνη και πλήρωσαν το ύψιστο τίμημα υπηρετώντας αυτό το σκοπό. Είναι χρέος μας να καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια, να διερευνήσουμε κάθε τρόπο και να εξαντλήσουμε όλες τις δυνατότητες για επίτευξη της επιδιωκομένης αυτής ειρήνης, στη μνήμη των αθώων θυμάτων και προς όφελος των επερχόμενων γενεών. Έχουμε όλοι δυνατότητες να κάνουμε κάτι, ασχέτως δύναμης και μεγέθους, και κοινή είναι η ευθύνη όλων μας να βοηθήσουμε τους λαούς της Μέσης Ανατολής να υλοποιήσουν το όραμά τους να ζήσουν με αξιοπρέπεια και ειρήνη και να αντικρίζουν το μέλλον με ελπίδα».
Σαν πολίτης της Αθήνας, και καθοδηγούμενη από το πνεύμα των προγόνων της σε αυτή την πόλη, η κυρία Μπακογιάννη δεν μπορεί, όπως είπε, παρά να διατηρεί τη βαθειά της πίστη στην επικράτηση της λογικής.
Ο σκοπός της επίτευξης της ειρήνης, υπογράμμισε, δεν εξυπηρετείται με την άρνηση αναγνώρισης της ύπαρξης του γείτονα, ούτε με την καλλιέργεια κλίματος φόβου και ανασφάλειας με επιθέσεις αυτοκτονίας και εκτοξεύσεις ρουκετών, όπως επίσης ειρήνη δεν μπορεί να γίνει με μεθόδους σαν την απαγωγή του δεκανέα Gilad Shalit.
Η κυρία Μπακογιάννη πιστεύει επίσης ότι η ειρήνη δεν μπορεί να επιτευχθεί όταν ένα ολόκληρο έθνος στερείται του δικαιώματος να ζει στον τόπο του με αξιοπρέπεια και ελευθερία, ούτε όταν του επιβάλλονται τέτοιοι περιορισμοί, που είναι ταπεινωτικοί και εμποδίζουν κάθε προοπτική για ομαλό καθημερινό βίο. Επιπλέον, είπε, η ειρήνη δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με την δια της βίας δήμευση εδαφών και την ανέγερση τειχών.
Τι λύση λοιπόν προτείνει η Ελληνίδα Υπουργός Εξωτερικών; Την απάντηση στο ερώτημα την έδωσε η ίδια στη συνέχεια της παρέμβασής της.
Είπε η κυρία Μπακογιάννη: «Οποιαδήποτε επίλυση του Μεσανατολικού οφείλει να είναι σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που υιοθέτησε αυτό το Συμβούλιο Ασφαλείας. Πρέπει να είναι προϊόν διαπραγματεύσεων, το αποτέλεσμα των οποίων δεν πρέπει να προδικάζεται από λήψη μονομερών μέτρων. Οι αρχές που θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση μιας συνολικής και βιώσιμης ειρήνης στην περιοχή είναι γνωστές. Οι αρχές αυτές περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, και ιδιαίτερα τις Αποφάσεις 242 (1967), 338 (1973), 1397 (2002) και 1515 (2003), τα σημεία αναφοράς της Διάσκεψης της Μαδρίτης, συμπεριλαμβανομένης της αρχής «γη για ειρήνη», και την Αραβική Πρωτοβουλία για την ειρήνη».
Η κυρία Υπουργός αναμένει τώρα από το Κουαρτέτο για τη Μέση Ανατολή να συνεχίσει την ενεργό ενασχόλησή του και να εκπληρώσει τον ρόλο του. Χαιρέτισε την πρόσφατη απόφαση του Κουαρτέτου, σύμφωνα με την οποία θα έχει συναντήσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα, και με τα μέρη και με άλλους περιφερειακούς εταίρους, για να παρακολουθεί τις εξελίξεις και τις ενέργειες των εμπλεκομένων μερών, και για να εξετάζει τα επόμενα βήματα. Προσδοκεί τέλος να υπάρξουν απτά αποτελέσματα από αυτή τη διαδικασία.
Η κυρία Μπακογιάννη παρότρυνε όλους να συνειδητοποιήσουν ότι οι αγώνες δεν προωθούνται, ούτε ευοδώνονται μέσω της βίας και της τρομοκρατίας και πως η ασφάλεια δεν εξασφαλίζεται αποκλειστικά και μόνο με στρατιωτικά μέσα.
Καταλήγοντας την ομιλία της η Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας έκανε την ακόλουθη έκκλησή προς όλες τις πλευρές: «Ας υπερισχύσει η λογική και η κατανόηση, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στο σπόρο τη ειρήνης, που έχει σπείρει ήδη η διεθνής κοινότητα, να ανθίσει στη γόνιμη και ιστορική γη της Μέσης Ανατολής, προς όφελος όλων των λαών της περιοχής, αλλά και όλου του κόσμου».