Εξαιρετικά κρίσιμο χαρακτήρισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που αρχίζει σήμερα στις Βρυξέλλες, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Μπαρόζο, από το βήμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, απευθυνόμενος προς την ολομέλεια προκειμένου να παρουσιάσει τα θέματα που θα εξετασθούν στην διήμερη Σύνοδο Κορυφής.
«Τα δημοσιονομικά της Ευρώπης για το 2007/2013, είναι το μεγάλο ζητούμενο συμφωνίας, που αν δεν επιτευχθεί κι αυτή τη φορά, θα πρέπει να μη μιλάμε πια για τη «φιλόδοξη Ευρώπη, με το μοντέρνο ευέλικτο και δίκαιο προϋπολογισμό που με εμπιστοσύνη από τους πολίτες της μπορεί να προχωρήσει ανταγωνιστικά στην παγκοσμιοποίηση και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις προκλήσεις της». Έτσι συνοψίζονται τα λεγόμενα του κ. Μπαρόζο , μετά και τις νέες προτάσεις τις βρετανικής προεδρίας που δεν διαφέρουν πολύ από τις προηγούμενες, τις οποίες ο κ. Μπαρόζο χαρακτήρισε και πάλι «ανεπαρκείς», καθώς αυξάνει οριακά τον κοινοτικό προϋπολογισμό σε 849,3 δισεκατομμύρια ευρώ έναντι 847 και προβλέπει μια αύξηση προς τα νέα κράτη μέλη της ανατολικής Ευρώπης ύψους 1,55 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ για το περίφημο βρετανικό τσεκ, δέχεται μια περικοπή επιστροφής κατά 8 δισεκατομμύρια ευρώ αλλά σε διάστημα επταετίας.
Όμως αμετακίνητη εμφανίζεται η Βρετανία με το ζήτημα αναθεώρησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής επιμένοντας ότι αν δεν υπάρξει θεμελιώδης μεταρρύθμιση της δεν θα υπάρξει ανάλογα και η βρετανική έκπτωση. Όπως είναι γνωστό το θέμα βρίσκει εντελώς αντίθετη την Γαλλία γι αυτό όλοι μιλούν πλέον για εμπόλεμη ατμόσφαιρα στο Συμβούλιο καθώς .και η Πολωνία προειδοποίησε ότι αν δεν βελτιωθεί η πρόταση θα ασκήσει βέτο.
Ο βρετανός υπουργός εξωτερικών κ. Τζακ Στροκ επιμένει ότι οι προτάσεις προσφέρουν μία γερή βάση συμφωνίας για το Συμβούλιο και το περιθώριο διαπραγμάτευσης είναι πολύ μικρό, ενώ σχολίασε πως «είναι προτιμότερη καμία συμφωνία από μια κακή συμφωνία». Όμως δεν είναι της ίδιας γνώμης ο πρόεδρος της Επιτροπής κ. Μπαρόζο ο οποίος μίλησε για πλήγμα στην αξιοπιστία της Ευρώπης αν δεν υπάρξει συμφωνία και ζήτησε «δικαιοσύνη στις δαπάνες και τις συνεισφορές», επαναλαμβάνοντας ότι «για μια πρώτη ασυμφωνία μπορεί να μιλάμε για ατυχία, αν υπάρξει δεύτερη είναι αποτυχία».