Ο κυκλώνας Κατρίνα χτύπησε την Αμερική κι έφυγε. Το ίδιο έκανε μια εβδομάδα αργότερα και ο κυκλώνας Ρίτα. Όμως οι επιπτώσεις τους όχι μόνο δεν έχουν ακόμα υποχωρήσει αλλά και αναμένεται πως θα συνεχιστούν επί χρόνια. Τις εξετάζει το ρεπορτάζ μας της εβδομάδας αυτής.
Κείμενο Ρεπορτάζ
Οι τιμές του πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εκτιναχθεί σε ύψη ρεκόρ ύστερα από το πέρασμα του κυκλώνα Κατρίνα από τον Αμερικανικό Νότο. Κι αυτή δεν είναι παρά μόνο μία από τις σοβαρές συνέπειες του μεγάλου χτυπήματος της φύσης. Οι οικονομολόγοι εκτιμούν πως οι προεκτάσεις της Κατρίνας, θα συνεχίσουν να είναι αισθητές για πολύ καιρό τόσο μέσα όσο κι έξω από τα Αμερικανικά σύνορα.
Η Κατρίνα, που ήταν μια από τις χειρότερες φυσικές καταστροφές στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, μπορεί να αποδειχθεί και η πιο ακριβή στα Αμερικανικά χρονικά. Οι ασφαλιστικές εταιρείες και μόνο αναμένεται να πληρώσουν πάνω από 25 δισεκατομμύρια δολάρια σε αποζημιώσεις.
Κατά μήκος της Αμερικανικής ακτής που βλέπει στον Κόλπο του Μεξικού, η Κατρίνα κατέστρεψε σπίτια, επιχειρήσεις και ζωές. Τερμάτισε τη λειτουργία διυλιστηρίων πετρελαίου, διατάραξε τη διακίνηση εμπορευμάτων κι έστειλε τη βενζίνα σε τιμαριθμικά επίπεδα τόσο ψηλά που κανείς δεν είχε ξαναδεί στην Αμερική, από το Λος Άντζελες μέχρι τη Νέα Υόρκη. Ένας ταξιτζής στο κέντρο του Μανχάταν μας ρώτησε: «Πώς θα βγάλω εγώ το ψωμί μου με τέτοια ακρίβεια βενζίνας;»
Αλλά δεν είναι μόνο οι Νεουορκέζοι οδηγοί ταξί που νοιώθουν το άγγιγμα της Κατρίνας. Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι καταναλωτές από την Ασία έως την Ευρώπη, θα αρχίσουν τώρα να πληρώνουν περισσότερα για πολλά πράγματα, από τη βενζίνη μέχρι τα αεροπορικά εισιτήρια. Ο Πήτερ Μόριτσι, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μαίρυλαντ, λέει πως επειδή η οικονομία των ΗΠΑ έχει τεράστιες διαστάσεις, μια και αντιστοιχεί στο 20% του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος, κάθε διατάραξη των ζωτικών λειτουργιών της, έχει συνέπειες και σε άλλες χώρες. Κατά την έκφρασή του: «Όταν η τιμή της βενζίνας ανεβαίνει στην Αμερική, ανεβαίνει και στην Αγγλία, τη Γερμανία κι άλλα μέρη».
Το αυξημένο ενεργειακό κόστος έχει γίνει ήδη αισθητό στην Ευρώπη, όπου μέχρι και το 60% της λιανικής τιμής της βενζίνας είναι φόροι. Στη Βρετανία και τη Γερμανία, λόγου χάριν, η τιμή της βενζίνας κοντεύει να φτάσει τα δύο δολάρια το λίτρο. Στον συγκοινωνιακό τομέα, οι αεροπορικές εταιρείες θα χάσουν δισεκατομμύρια δολάριο τον χρόνο για κάθε αύξηση του ενός σέντ στην τιμή των καυσίμων αεροπλάνων. Πολλές αεροπορικές εταιρείες, που ήδη αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες, άρχισαν να πασάρουν το πρόσθετο κόστος στους πελάτες τους. Την ίδια τακτική εφαρμόζουν τώρα και άλλες βιομηχανίες.
Τιμαριθμικές αυξήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες θα μπορούσαν να τελματώσουν την παγκόσμια ανάπτυξη και να περιορίσουν τη ζήτηση ξένων προϊόντων στην Αμερικανική αγορά. Σύμφωνα με τον Πήτερ Μόρισι: «Θα επηρεαστούν εισαγωγές από χώρες, όπως η Κίνα, που εξάγουν στις ΗΠΑ μπλουζάκια και φθηνά ηλεκτρονικά. Θα μειωθεί επίσης η ζήτηση ακριβών αυτοκινήτων BMW και Μερσεντές, Γαλλικών κρασιών, Εγγλέζικων προϊόντων πολυτελείας και παρόμοιων ειδών.» Παράλληλα, η απώλεια κάπου 400ων χιλιάδων εργασιών στις πληγείσες από την Κατρίνα περιοχές μπορεί να επηρεάσει ακόμα περισσότερο την αγοραστική ικανότητα του Αμερικανικού καταναλωτικού κοινού.
Αλλά ο αρχισυντάκτης οικονομικών προγραμμάτων της Φωνής της Αμερικής, Μπάρυ Γούντ πιστεύει πως ο αναπτυξιακός αυτός κατήφορος ίσως αποδειχθεί προσωρινός. Όπως λέει: «Ρίχνονται τεράστια κεφάλαια για ανακούφιση και ανοικοδόμηση. Σε λίγους μήνες θα έχουμε νέες δουλειές εκεί που τόσες άλλες χάθηκαν».
Επί του παρόντος όμως, οι προβλέψεις είναι ότι θα αυξηθούν οι τιμές των περισσοτέρων προϊόντων που διοχετεύονταν στην αγορά μέσω του Λιμανιού της Νέας Ορλεάνης. Και σε αυτά περιλαμβάνονται πετρέλαιο, ξυλεία, χάλυβας, καφές και ορισμένα φρούτα και λαχανικά. Κατά τον Μπάρυ Γούντ το κύριο ερώτημα δεν είναι πόσο θα ανέβουν οι τιμές αυτών των προϊόντων αλλά επί πόσο καιρό θα παραμείνουν ψηλά. Αν οι τιμές κλονίσουν την εμπιστοσύνη του καταναλωτή η Κεντρική Τράπεζα, κατά την εκτίμηση του ίδιου εμπειρογνώμονα, θα βρεθεί σε δυσκολία «γιατί θα πρέπει να αντιστρέψει την οικονομική επιβράδυνση και παράλληλα να αποτρέψει την εκδήλωση πληθωριστικών πιέσεων».
Για την ώρα, το Ομοσπονδιακό κράτος έχει δεσμευτεί να διαθέσει 62 δισεκατομμύρια δολάρια για να βοηθήσει τις περιοχές που πλήγηκαν. Κι όταν θα έχει ξοδευτεί το έκτακτο τούτο κονδύλι, το έλλειμμα στον Αμερικανικό προϋπολογισμό, που σήμερα είναι κάπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια, θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο.