Πολύς λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό στις Ηνωμένες Πολιτείες για το σύστημα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το λεγόμενο Social Security, και την ανάγκη που ορισμένοι πολιτικοί πιστεύουν ότι υπάρχει για μεταρρύθμισή του.
Η δημόσια συζήτηση γύρω από το θέμα αυτό έχει γίνει σχεδόν καθημερινή υπόθεση στα έντυπα και τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης των Ηνωμένων Πολιτειών, περιλαμβανόμενης της «Φωνής της Αμερικής». Γι αυτό και έμενα με την εντύπωση ότι ύστερα από τα τόσα που έχουν ειπωθεί και γραφτεί γύρω από το θέμα, οι βασικοί πόλοι της σχετικής δημόσιας συζήτησης έπρεπε να ήταν γνωστοί τουλάχιστον στους περισσότερους μέσα και έξω από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ένα τηλεφώνημα όμως που πήρα την εβδομάδα αυτή από συνάδελφο στην Ελλάδα με έκανε να αμφιβάλω για το κατά πόσον η εντύπωσή μου είναι πράγματι σωστή. Το πολλαπλό ερώτημα του συναδέλφου ήταν: Που ακριβώς έγκειται το πρόβλημα με το Αμερικανικό σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων, τι προτείνει ο Πρόεδρος Μπους για την επίλυσή του και πως βλέπουν οι υπόλοιποι Αμερικανοί, τόσο από το ρεπουμπλικανικό όσο και από το δημοκρατικό κόμμα, τις προεδρικές προτάσεις;
Παραθέτω πιο κάτω τις απαντήσεις που του έδωσα ύστερα από μια γρήγορη έρευνα, με τη σκέψη ότι μπορεί να υπάρχουν και άλλοι που να τους απασχολούν σήμερα τα ίδια ερωτήματα.
Κατ αρχήν, το Αμερικανικό σύστημα Κοινωνικών Ασφαλίσεων είναι αυτή τη στιγμή αρκετά εύρωστο και, σύμφωνα με τους ειδικούς, παρέχει κάθε διαβεβαίωση ότι το κράτος θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι των συνταξιούχων αλλά και εκείνων που βρίσκονται κοντά στο στάδιο της συνταξιοδότησης. Όταν μιλάμε για κρατικές υποχρεώσεις στα πλαίσια του προγράμματος αυτού εννοούμε βέβαια κυρίως τις συντάξεις και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Τα δύο αυτά πράγματα λοιπόν είναι εγγυημένα για όλους τους πολίτες που γεννήθηκαν πριν το 1950.
Το σύστημα όμως χρειάζεται να μεταρρυθμιστεί για τα νεώτερα στελέχη του εργατικού δυναμικού, δηλαδή για τα παιδιά και τα εγγόνια των σημερινών συνταξιούχων. Κι αυτό γιατί με την πάροδο κάθε χρόνου αφ ενός μεν προστίθενται όλο και περισσότεροι δικαιούχοι στις τάξεις των συνταξιούχων αφ ετέρου δε αυξάνεται και η διάρκεια της ζωής τους. Οι πρόοδοι της ιατρικής μας έχουν κάνει, άνδρες και γυναίκες, μακροβιότερους. Σαν να μην είναι αυτά αρκετές πιέσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα, αυξάνονται παράλληλα τόσο τα ποσά των συντάξεων όσο και το κόστος των υπολοίπων κρατικών παροχών που απολαμβάνουν οι ασφαλισμένοι υπερήλικες.
Για να πάρει κανείς μια καλύτερη εικόνα των πραγμάτων ας αναλογιστεί ότι το 1950 χρειάζονταν να συνεισφέρουν στο σύστημα 16 εργαζόμενοι για να μπορεί το κράτος να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του έναντι ενός ασφαλισμένου. Η αναλογία αυτή των 16 εργαζομένων προς έναν συνταξιούχο έχει γίνει τώρα τρεισήμισι προς έναν και μέσα σε τρία χρόνια θα είναι μόνον δύο προς έναν. Η κατάσταση αναμένεται να γίνει ακόμα πιο δύσκολη όταν οι σημερινοί τριαντάχρονοι εργαζόμενοι φθάσουν σε ηλικία συνταξιοδότησης. Επειδή τα έξοδα του συστήματος θα είναι τότε ακόμα μεγαλύτερα και τα έσοδά του ακόμα χαμηλότερα, οι συνταξιούχοι του 2040 και μετά θα αντιμετωπίσουν μείωση των απολαβών τους κατά περίπου ένα τρίτο.
Γι αυτό και ο Πρόεδρος Μπους, όταν συνειδητοποίησε τι ακριβώς συμβαίνει άρχισε να χτυπά το κουδούνι του κινδύνου και να λεει πως κάτι πρέπει να γίνει τώρα για να αντιστραφεί η πορεία των πραγμάτων πριν αυτά φτάσουν σε σημείο που να μην επιδέχεται καμιά διορθωτική επέμβαση.
Με άλλα λόγια, ο Πρόεδρος Μπους υποστηρίζει πως με τα κέρδη που θα έχουν από τις ιδιωτικές επενδύσεις των χρημάτων τους και με μια μειωμένη κρατική σύνταξη, μειωμένη επειδή θα τους έχουνε γίνει μικρότερες κρατήσεις στα χρόνια της εργασίας τους, οι νέοι Αμερικανοί πολίτες θα είναι σε καλύτερη οικονομική θέση όταν βγουν στη σύνταξη από ότι είναι οι σημερινοί συνταξιούχοι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η πρόταση όμως προσέκρουσε σε έντονες αντιρρήσεις. Πολλά μέλη του Κογκρέσου, τόσο από το αντιπολιτευόμενο δημοκρατικό κόμμα όσο και από το κυβερνών ρεπουμπλικανικό κόμμα, δηλαδή το κόμμα του προέδρου Μπους, λένε, και μαζί τους συμφωνεί αυτή τη στιγμή η μεγάλη πλειοψηφία του Αμερικανικού λαού, όπως τουλάχιστον δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, ότι το βασικό πρόβλημα της πρότασης έγκειται στο γεγονός ότι αφαιρεί ένα σημαντικό παράγοντα τον οποίο προσφέρει το κρατικό σύστημα. Και ο παράγων αυτός είναι η ασφάλεια.
Οι επικριτές αναγνωρίζουν ότι είναι δυνατόν πολλοί πολίτες να βγούνε κερδισμένοι από την πρόταση Μπους. Αλλά από την άλλη όμως, υπογραμμίζουν ότι θα υπάρξει και ένας επίσης μεγάλος, αν όχι μεγαλύτερος, αριθμός πολιτών που θα βγούνε χαμένοι. Αυτοί θα είναι οι πολίτες των οποίων οι επενδύσεις δεν θα πάνε καθόλου καλά και οι οποίοι θα έχουν εξασφαλίσει ουσιαστικά μόνο μια μειωμένη σύνταξη που δεν θα τους επιτρέπει να ζήσουν άνετα τα συντάξιμα χρόνια τους. Τι θα γίνει με τους πολίτες αυτούς; Θα τους αφήσουμε να ζουν με στερήσεις ή δίχως ιατροφαρμακευτική περίθαλψη επειδή έκαναν κακές επιλογές στις μετοχές που αγόρασαν; Γιατί χρηματιστήριο είναι αυτό, άλλοτε ανεβαίνει κι άλλοτε κατεβαίνει. Το να χάσει κανείς λεφτά εκεί, είναι απόλυτα φυσικό.
Οι αντιτιθέμενοι λοιπόν στην πρόταση Μπους λένε ότι δεν χρειάζεται να καταστρέψουμε εντελώς το σύστημα συνταξιοδότησης προκειμένου να το διορθώσουμε ούτε και είναι καιρός να λάβουμε τόσο δραστικά μέτρα που να μετατρέψουν την κοινωνική ασφάλεια σε κοινωνική ανασφάλεια.
Αφού άκουσε προσεκτικά τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς ο Πρόεδρος Μπους είπε ότι η πρότασή του για μερική ιδιωτικοποίηση του Social Security αναπτύχθηκε με σκοπό να προκαλέσει, και αυτό το πέτυχε, την έναρξη μιας δημόσιας συζήτησης γύρω από το θέμα, με την ελπίδα να αναδυθούν από τη δημόσια συζήτηση πρόσθετες νέες ιδέες που στο σύνολό τους θα μπορέσουν να δώσουν μια ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα. Γι αυτό, τόνισε, δεν προτίθεται να υποβάλει στο Κογκρέσο συγκεκριμένο νομοσχέδιο προς εξέταση μέχρις ότου να διαμορφωθούν οι απαιτούμενες πρόσθετες νέες ιδέες. Κατά τον Πρόεδρο Μπους το πρόβλημα των κοινωνικών ασφαλίσεων δεν είναι υπόθεση μόνο των ρεπουμπλικάνων ή μόνο των δημοκρατικών γιατί αφορά όλους τους Αμερικανούς. Και για να θεσπιστεί ένα αποτελεσματικό μέτρο στο θέμα αυτό πρέπει να έχει υπερκομματική υποστήριξη.
Πάντως εκείνο στο οποίο επιμένει ο Πρόεδρος Μπους είναι ότι εάν δεν γίνει κάτι στο άμεσο μέλλον και από τα δύο κόμματα για τη διάσωση του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων οι μόνες λύσεις που θα υπάρχουν σε λίγα χρόνια θα είναι είτε μεγάλες αυξήσεις στους φόρους εισοδήματος και στις συνεισφορές των εργαζομένων στο σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων είτε μεγάλες μειώσεις στις συντάξεις και τα ευεργετήματα των συνταξιούχων.
Η δημόσια συζήτηση γύρω από το καυτό αυτό θέμα αναμένεται πως θα συνεχιστεί για πολύ ακόμα καιρό.