ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

Το Παλάτι του Χασάν Πασά


Το Χρονικό της Ελληνο-Τουρκικής Προσέγγισης
Μέρος Έβδομο

Σημαδιακή η σημερινή μέρα για τις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις και όχι μόνο. Οι Υπουργοί Εξωτερικών κύριοι Γιώργος Παπανδρέου και Ισμαήλ Τζέμ συναντιόνται στην Κωνσταντινούπολη για να διαμορφώσουν το πλαίσιο του «διερευνητικού διαλόγου» στον οποίο θα επιδοθούν οι πολιτικοί διευθυντές των δύο υπουργείων εξωτερικών. Επίσης οι κύριοι Παπανδρέου και Τζεμ θα προωθήσουν μια κοινή πρωτοβουλία τους που αποβλέπει στη διεύρυνση της περιφερειακής συνεργασίας, υποστηρίζοντας την υποψηφιότητα της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας για ένταξη στην Ατλαντική Συμμαχία. Αναμένεται πως θα εκδηλώσουν την υποστήριξη αυτή προς τους δύο κοινούς γείτονές τους κατά τη σύνοδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με χώρες της Ισλαμικής Διάσκεψης, σήμερα και αύριο 12 και 13 Φεβρουαρίου.

Η κοινή σύνοδος πραγματοποιείται στο Παλάτι Τζιράαν, στην Ευρωπαϊκή πλευρά της Κωνσταντινούπολης, εκεί που βρίσκονται και τα πιο πολλά αξιοθέατά της. Ο συνάδελφός μου Τασλάν Σουερντέμ την ξέρει καλά την περιοχή μια και σε αυτήν πέρασε πολλά χρόνια της ζωής του, πριν έρθει να εγκατασταθεί στην Αμερική. Μου γνώρισε κι εμένα τα λαμπρά μνημεία της Πόλης, όπως την Αγία Σοφία, το Παλάτι Τοπκαπί και το Γαλάζιο Τζαμί, σε ανταπόδοση περιηγήσεων που του είχα κάνει νωρίτερα σε άλλους θαυμαστούς τόπους, όπως ο Παρθενώνας, η Ακρόπολη και το Θέατρο του Ηρώδη του Αττικού στην Αθήνα, την πόλη με την οποία εγώ είμαι στενότερα δεμένος, μια και σε αυτήν πέρασα τα πιο εύπλαστα χρόνια, εκείνα του θρανίου. Ακολουθώντας το καραβάνι της Ελληνο-Τουρκικής προσέγγισης, ταξιδέψαμε μαζί σε πολλά μέρη και στις δύο ακτές του Αιγαίου, δείχνοντας ο καθένας τον πολιτισμό της χώρας καταγωγής του στον άλλο, εξηγώντας τοπικά ήθη κι έθιμα, συστήνοντας παλιούς και νέους φίλους, παρακολουθώντας κι αναλύοντας από κοινού στοιχεία της καθημερινής ζωής αλλά και σημαντικές εξελίξεις στις διμερείς διακρατικές σχέσεις.

Οι εξορμήσεις μας αυτές ήταν μέρος ενός πειραματικού προγράμματος, πού έγινε γνωστό ως «Εγχείρημα Συμβολής στην Επίλυση Διενέξεων», το οποίο εφαρμόσθηκε στο τελευταίο ήμισυ της δεκαετίας 1990 με οικονομική υποστήριξη του Ιδρύματος Καρνέγκι της Νέας Υόρκης. Στα πλαίσια του κάπου 30 δημοσιογράφοι, συμπεριλαμβανομένων του Τασλάν κι εμένα, πήραν ένα είδος επαγγελματικής υποτροφίας που τους επέτρεψε να επισκεφθούν πάνω από 20 χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Νότιας και Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής για να διαμορφώσουν προσωπική αντίληψη των καταστάσεων που επικρατούσαν σε αυτές και να μεταδώσουν, προς όφελος των τακτικών αναγνωστών ή ακροατών τους, ρεπορτάζ και συνεντεύξεις που θα καθρέφτιζαν την πραγματικότητα τούτων των καταστάσεων σωστά κι αντικειμενικά, χωρίς προκαταλήψεις και πολιτικές σκοπιμότητες. Μας δόθηκε λοιπόν η ευκαιρία, και μέσω της «Φωνής της Αμερικής» η ελευθερία, να παρακάμψουμε για λίγο την κατευθυνόμενη από τα μεγάλα γεγονότα δημοσιογραφία, να ξεφύγουμε εντελώς από την τάση του να κυνηγάμε τις πιο εντυπωσιακές ειδήσεις, αυτές που κάνουν λόγο για αιματηρά γεγονότα και σκανδαλιστικές ιστορίες σαν εκείνες του ποινικού μητρώου, και να κατευθύνουμε ενσυνείδητα και συστηματικά την προσοχή μας σε μια βαθύτερη διείσδυση στα θέματα από τα οποία απορρέει μια κρίση ή μια διένεξη στην συγκεκριμένη περιοχή του ακροατηρίου μας, εξετάζοντας παράλληλα και τις λύσεις που θα μπορούσαν να επιδιωχθούν για την διευθέτηση αυτών των κρίσεων ή διενέξεων. Στην επιδίωξη τούτων των στόχων γνωρίσαμε και, το κυριότερο, παρουσιάσαμε αργότερα στις εκπομπές μας, πρόσωπα που πήγαιναν ενάντια σε ρεύματα των καιρών, όπως για παράδειγμα υπέρμαχους της Ελληνο-Τουρκικής προσέγγισης στην περίοδο πριν τους σεισμούς του 1999, πρόσωπα κατατρεγμένα που γεύθηκαν πόνο και οδύνη καταστάσεων οι οποίες προκλήθηκαν δίχως δικό τους φταίξιμο, όπως λόγου χάριν άτομα που έχασαν φίλους, συγγενείς, σπίτια και περιουσίες την εποχή των γεγονότων του 74 στην Κύπρο, και άλλα πρόσωπα των οποίων οι φωνές συχνά είτε πνίγονταν εντελώς είτε έφθαναν αλλοιωμένες στα ακροατήρια των χωρών μας.

Στις φωνές που δεν ακούγονταν πάντα μέσα στην Τουρκία για πολλά χρόνια ήταν εκείνες Ελλήνων αξιωματούχων και πολιτών. Στην Ελλάδα από την άλλη δεν ακούγονταν πάντα οι φωνές Τούρκων αξιωματούχων και πολιτών. Τα ταξίδια του Τασλάν στην Ελλάδα του έδωσαν την ευκαιρία να ακούσει τις επίσημες, όσο και πολλές ανεπίσημες, Ελληνικές απόψεις και να τις μεταφέρει στο ακροατήριό του δίνοντας έτσι μια καινούργια διάσταση στην ενημέρωση του Τουρκικού λαού. Κάτι ανάλογο έκανα κι εγώ σε μια παρόμοια προσπάθεια να δώσω μια εξισορροπημένη εικόνα των πραγμάτων στο δικό μου, το Ελληνικό ακροατήριο. Πολύ από το υλικό που χρησιμοποιήθηκε σε εκείνες τις εκπομπές το άντλησα από συνεντεύξεις με παράγοντες «της άλλης πλευράς».

Η πρώτη μου ουσιαστική επαφή με «την άλλη πλευρά» έγινε στην Άγκυρα σε ένα ταξίδι πού ο Τασλάν κι εγώ κάναμε για τον σκοπό αυτό στα μέσα του Νοέμβρη 1997. Συναντηθήκαμε εκεί με πολλούς σημαίνοντες αξιωματούχους αλλά το πρόσωπο που μας ενδιέφερε περισσότερο να δούμε, για εύλογους λόγους, ήταν ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Ισμαήλ Τζέμ, που την τελευταία στιγμή ακύρωσε προγραμματισμένη συνάντηση μαζί μας επειδή χρειάσθηκε να παρατείνει επίσημο ταξίδι του στο εξωτερικό και δεν θα επέστρεφε στην Άγκυρα πριν τη δική μας αναχώρηση από εκεί. Ο Τασλάν τηλεφώνησε τότε στη γραμματέα του κ. Τζεμ και ζήτησε να μάθει το ακριβές πρόγραμμα του Υπουργού για να βλέπαμε αν υπήρχε πιθανότητα να τον συναντήσουμε πουθενά αλλού στην Ευρώπη. Διαπιστώθηκε πως οι δρόμοι μας θα διασταυρώνονταν στην Κωνσταντινούπολη την παραμονή της επιστροφής μου στην Αμερική. Ορίσθηκε λοιπόν νέο ραντεβού μαζί του, την φορά αυτή στο παλιό Παλάτι του Χασάν Πασά.

Το Παλάτι του Χασάν Πασά είναι χτισμένο σε ένα από τα ωραιότερα σημεία του Βοσπόρου, την περιοχή του Φρουρίου της Ρούμελης, κοντά στο ποδοσφαιρικό γήπεδο της Γαλατά-Σεράι, λίγο πιο κάτω από τους κήπους του φημισμένου ανακτόρου Ντολμά-Μπαχτσέ, ακριβώς στους πρόποδες της πρώτης μεγάλης γέφυρας που συνδέει την Ευρωπαϊκή με την Ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Χρησιμεύει στις μέρες μας σαν έδρα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας για την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας κι ένα τμήμα του έχει μετατραπεί σε «επίσημο ξενώνα», κυρίως για φιλοξενούμενους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων άλλων χωρών αλλά και για υψηλόβαθμα στελέχη της Τουρκικής κυβέρνησης. Δεν έμαθα ποτέ ποιος ήταν ο Χασάν Πασά ή ο Πασάς Χασάν, κατά το Ελληνικότερο. Μέσα στη φούρια που είχαμε να προλάβουμε το ραντεβού ποιος είχε καιρό να κοιτάξει την ιστορία αυτού του Μεγάλου Βεζύρη. Η πτήση μας από την Άγκυρα έφθανε στην Κωνσταντινούπολη λίγο πριν τις 6:00 το απόγευμα και η συνάντηση με τον κ. Τζεμ ήταν προγραμματισμένη για τις 8:00 το βράδυ. Είπαμε στον οδηγό του ταξί να βιαστεί και να μας πάει από τον πιο γρήγορο δρόμο. Μα η κίνηση ήταν μεγάλη. Φθάσαμε στο Παλάτι του Χασάν Πασά φουριόζοι και καταϊδρωμένοι. Μπήκαμε τόσο βιαστικά που κυριολεκτικά δεν μπόρεσα να δω τίποτα από τα κάλλη του Οθωμανικού τούτου μεγαλουργήματος που μου είχε περιγράψει ο Τασλάν. Βλέποντάς μας σε εκείνη την κατάσταση ένας από τους αξιωματούχους του επιτελείου του Υπουργού ρώτησε αν είχαμε προλάβει να φαμε τίποτα. Όταν του είπαμε πως όχι, εκείνος άνοιξε μια πόρτα και από την διπλανή αίθουσα πήρε και μας έφερε μειδιώντας μια πιατέλα με διάφορους μεζέδες, που προφανώς είχαν περισσέψει από κάποια απογευματινή δεξίωση. Μας πρόσφερε κι από ένα ποτό. Μόνον όταν βεβαιώθηκε πως ήμασταν από κάθε άποψη έτοιμοι, μας πήγε στον κ. Τζεμ.

Ο Τούρκος υπουργός μας υποδέχθηκε με μεγάλη θέρμη. Αμέσως μόλις μπήκαμε αγκάλιασε τον Τασλάν και τον χτύπησε φιλικά στην πλάτη. Οι δυο τους γνωρίζονταν από παλαιότερα χρόνια και μάλιστα αρκετά καλά. Ο Τασλάν δούλευε στην Τουρκική Κρατική Ραδιοφωνία όταν αυτή βρίσκονταν κάτω από τη Γενική Διεύθυνση του κ. Τζεμ. Ο υπουργός ήταν επίσης φιλικός και μαζί μου αν και δεν φθάσαμε σε σημείο εναγκαλισμών. Η συνέντευξη που μας έδωσε ήταν μεστή και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Αλλά εκείνο πού είχε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μένα ήταν το τι έγινε μετά τη συνέντευξη. Όταν αποσυνδέσαμε τα μικρόφωνα και κλείσαμε τα μαγνητόφωνά μας ο κ. Τζεμ μας παρακάλεσε να μείνουμε λίγο ακόμα μαζί του για να συνεχίσουμε τη συζήτηση σε εντελώς ανεπίσημη βάση. Μας ζήτησε να του πούμε πως βλέπουν την Ελληνο-Τουρκική προσέγγιση οι απλοί άνθρωποι με τους οποίους εμείς συναντιόμασταν πιο συχνά στις δύο πλευρές του Αιγαίου και με ποιο τρόπο οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι θα μπορούσε να προωθηθεί η υπόθεσή τους. Θέλησε επίσης να μάθει πως ο ίδιος θα μπορούσε να συμβάλει περισσότερο στο να έρθουν οι δύο πλευρές πλησιέστερα η μια στην άλλη. Άκουσε όλα όσα είπαμε με μεγάλη προσοχή κι ενδιαφέρον. Προσπαθούσε να βρει στα λόγια μας κάτι που να τον βοηθήσει στο έργο του. Δεν ξέρουμε αν το βρήκε ή όχι αλλά το γεγονός και μόνο πως έψαχνε για ένα τέτοιο στοιχείο ήταν πολύ θετικό γιατί έδειχνε έναν ηγέτη που, όχι απλώς προβληματιζόταν αλλά και κυριολεκτικά βασανιζόταν, να βρει λύσεις οι οποίες να είναι κοντύτερα στις επιθυμίες των κυβερνωμένων. Ήταν μια εμπειρία που για εμάς τους δημοσιογράφους, αλλά και για την εξέλιξη των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων, είχε πιότερη αξία από ότι όλα μαζί τα πολυπαινεμένα στολίδια του Παλατιού του Χασάν Πασά.

(Ημερομηνία μετάδοσης: Τρίτη, 12 Φεβρουαρίου 2002)

XS
SM
MD
LG